15 Ιουλ 2010

Ακρωνύμια: πώς διαβάζονται

Υπάρχουν τέσσερις τρόποι ανάγνωσης ακρωνυμίων (ή αρκτικολέξων):

1. Σάμπως και το ακρώνυμο είναι μία κανονική λέξη, π.χ.

ΟΗΕ --> οηέ, ΚΤΕΛ --> κτελ

2. Αναλυτική ανάγνωση, η κάθε λέξη ξεχωριστά, π.χ.

ΔΝΤ --> Διεθνές Νομισματικό Ταμείο

3. Ανάγνωση γράμμα προς γράμμα, π.χ.

ΔΣ --> δέλτα-σίγμα (Διοικητικό Συμβούλιο)

4. Ανάγνωση γράμμα προς γράμμα - αλλά είτε με την πρώτη συλλαβή του κάθε γράμματος είτε με περίεργες συλλαβές, π.χ.

ΚΚΕ --> κου-κου-έ, ΦΠΑ --> φι-πι-ά

Υπάρχουν αρκετά ακρωνύμια που δεν εμπίπτουν μόνο σε μια από τις πιο πάνω κατηγορίες. Για παράδειγμα, το ΜΜΕ μπορεί να διαβαστεί είτε (πιο επίσημα) ως Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης είτε (πιο λαϊκά) ως μου-μου-έ.

Ακρωνύμια: πώς γράφονται

Ακόμη μια περίπτωση όπου δεν υπάρχουν σαφείς κανόνες: πώς γράφονται τα ακρωνύμια (ή αρκτικόλεξα); Με ή χωρίς τελείες; Όλα κεφαλαία ή κάποια με μικρά;

Η επικρατούσα πρακτική είναι να μην μπαίνουν οι τελείες στις περιπτώσεις όπου δεν αποσαφηνίζουν οτιδήποτε. Π.χ.

ΔΟΕ, ΔΝΤ, ΗΠΑ, ΚΤΕΛ, ΤΚΑ

Περισσότερο νόημα έχει να μπαίνουν τελείες στις περιπτώσεις όπου το ακρωνύμιο δεν αποτελείται αποκλειστικά από το πρώτο γράμμα της κάθε λέξης, π.χ.

ΠΑ.ΣΟ.Κ., ΛΑ.Ο.Σ.

Κατά κανόνα τα ακρωνύμια γράφονται με κεφαλαία όλα τα γράμματα. Εντούτοις, σε κάποιες περιπτώσεις, κυρίως ακρωνυμίων σε ξένες γλώσσες, έχει επικρατήσει να γράφεται με κεφαλαίο μόνο το αρχικό γράμμα, π.χ.

Ουνέσκο, Ιντερπόλ

χωρίς αυτό να σημαίνει ότι συμβαίνει πάντοτε (η ΦΙΦΑ γράφεται με όλα κεφαλαία).

14 Ιουλ 2010

"Στο τέλος της ημέρας..."

Μια φράση που εδώ και αρκετά χρόνια ακούμε συχνά είναι το περίφημο "στο τέλος της ημέρας", ακριβής μετάφραση του αγγλ. "at the end of the day". Η αντιγραφή από μια γλώσσα σε άλλη δεν είναι καθόλου κακό πράγμα, τουναντίον, κατά τη γνώμη μου, είναι κάτι πολύ θετικό, νοουμένου ότι μέσω της αντιγραφής εισάγεται στα ελληνικά κάτι καινούργιο. Είναι αμέτρητες οι περιπτώσεις όπου νέες έννοιες αποδίδονται στα ελληνικά με λέξεις που αποτελούν μετάφραση της πρωτότυπης απόδοσης στα αγγλικά, π.χ. υπολογιστής (computer), τηλεόραση (television - κι ας είναι ελληνικό το τηλε-).

Εκεί που, κατά τη γνώμη μου, η αντιγραφή δεν έχει νόημα είναι όταν δεν προσφέρει κάτι καινούργιο, δηλ. όταν εμφανίζεται μια λέξη ή φράση για να αποδώσει κάτι που ήδη μπορεί να αποδοθεί μια χαρά. Στο συγκεκριμένο παράδειγμα, η φράση "στο τέλος της ημέρας" έχει το ίδιο νόημα με τη φράση "σε τελική ανάλυση", η οποία δεν υστερεί από την πρώτη ούτε σε σαφήνεια ούτε σε συντομία.

Ίσως, βέβαια, φαινόμενα σαν κι αυτό να μη γίνονται για να εξυπηρετήσουν την επικοινωνία, αλλά να είναι απλά αποτέλεσμα της μονόδρομης και αναπόφευκτης επιρροής που έχει η αγγλική γλώσσα στις υπόλοιπες γλώσσες.

12 Ιουλ 2010

Αριθμοί: ολογράφως ή με αριθμητικά ψηφία;

Δεν νομίζω να υπάρχει σαφής κανόνας για το ερώτημα αυτό. Πριν από πολλά χρόνια διάβασα κάπου για το δίλημμα αυτό στη χρήση των αγγλικών και έδινε μια εισήγηση (ή κανόνα, δεν θυμάμαι) την οποία βρίσκω πολύ λογική ή βολική:

Από το ένα μέχρι το είκοσι γράφονται ολογράφως. Από το 21 και μετά γράφονται με αριθμητικά ψηφία.

Βέβαια, η εισήγηση είναι πολύ σχετική, καθώς το είδος του κειμένου καθορίζει σε μεγάλο βαθμό την επιλογή. Π.χ. σε μια επίσημη επιστολή που αναφέρεται σε καταγραφή αποθέματος, λογικό είναι να γράφει "3 τεμάχια", ενώ σε ένα λογοτεχνικό κείμενο είναι αναμενόμενο να διαβάσει κανείς "τριάντα πέντε χρόνια".

Εννοείται ότι η πιο πάνω εισήγηση μπορεί να ισχύει μόνο για ολόκληρους αριθμούς. Θα ήταν αστείο να γράψει κάποιος "τρία κόμμα δεκατέσσερα" (3,14) ή "δεκαέξι εικοστά πρώτα" (16/21). Ολογράφως μπορούν να γραφούν σε κείμενο κλάσματα ευρείας χρήσης, όπως μισό και τρία τέταρτα.

11 Ιουλ 2010

Λεμονόδασος ή λεμονοδάσος;

Στις λέξεις που συντίθενται από επίθετο και ουσιαστικό ή από δύο ουσιαστικά, τι γίνεται ο τόνος; Δυσκολεύομαι να εντοπίσω τον κανόνα. Από τη μια υπάρχουν πολλά παραδείγματα που δείχνουν ότι ο τόνος πάει όσο πιο νωρίς γίνεται. Π.χ.

βύσσινο + κήπος --> βυσσινόκηπος
νερό + φίδι --> νερόφιδο
παλιό + παιδί --> παλιόπαιδο
ποντικός + τρύπα --> ποντικότρυπα
οδόντας + ιατρός --> οδοντίατρος (αλλά και οδόντας + γιατρός --> οδοντογιατρός)

Από την άλλη, υπάρχουν αρκετές περιπτώσεις όπου το πιο πάνω δεν ισχύει και ο τόνος παραμένει ως έχει στο δεύτερο συνθετικό, π.χ.

καρδία + χειρούργος (ή χειρουργός) --> καρδιοχειρούργος καρδιοχειρουργός)
νταρντάνα + γυναίκα --> νταρντανογυναίκα
άνδρας + παρέα --> ανδροπαρέα

Και μια τρίτη κατηγορία: ο τόνος πέφτει, αλλά όχι στην προπαραλήγουσα:

παπάς + παιδί --> παπαδοπαίδι

Πραγματικά δεν μπορώ να καταλάβω πώς καθορίζεται ο τόνος. Και τι γίνεται με το λεμονόδασος; Μήπως τελικά είναι λεμονοδάσος; Ή και τα δύο; (Πάντως χρησιμοποιούνται και τα δυο.)

10 Ιουλ 2010

Έναντι και απέναντι

Συχνά κάποιος που αναφέρεται για κάτι σε σχέση με κάτι άλλο χρησιμοποιεί το απέναντι αντί του έναντι. Π.χ.

Η συμπεριφορά του απέναντί μου ήταν πολύ άσχημη.

Σύμφωνα με το Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής, η χρήση αυτή είναι αποδεκτή και άρα σωστή. Προσωπική μου άποψη (και χωρίς, βέβαια, να θεωρώ ότι η δική μου άποψη είναι πιο σημαντική ή πιο σωστή από τα σχετικά λήμματα του ΛΚΝ) είναι ότι στις περιπτώσεις όπου μπορεί να χρησιμοποιηθεί το έναντι, είναι καλύτερα να προτιμάται από το απέναντι, μια και το τελευταίο κατά κανόνα παραπέμπει περισσότερο σε τοπικό προσδιορισμό. Προσωπικά θεωρώ πιο σωστή την πρόταση:

Η συμπεριφορά του έναντί μου ήταν πολύ άσχημη.

9 Ιουλ 2010

Ξένες λέξεις - τάση για τονισμό στη λήγουσα

Στα ελληνικά παρατηρείται η τάση πολλές ξένες λέξεις να τονίζονται στη λήγουσα, ανεξάρτητα από το πού πέφτει ο τόνος στην πρωτότυπη γλώσσα. Π.χ. το email /'imeyl/* το λέμε /i'meyl/, το playback /'pleybak/ το λέμε (και) /pley'bak/, το Internet /'internet/ (και) /inter'net/, κ.ο.κ.

Δεδομένου ότι στις ελληνικές λέξεις δεν υπάρχει αυτή η τάση (στη φράση που μόλις προηγήθηκε, από τις 7 μη μονοσύλλαβες λέξεις, 5 τονίζονται στην παραλήγουσα και μόλις 2 στη λήγουσα), η μόνη λογική εξήγηση που μπορώ να σκεφτώ είναι η επίδραση του τι έχει προηγηθεί: αν λάβει κανείς υπ' όψη ότι στο παρελθόν οι περισσότερες ξένες λέξεις που χρησιμοποιούνταν στα ελληνικά ήταν γαλλικές, οι οποίες τονίζονταν στη λήγουσα (π.χ. εξτρά, αβαντάζ, μπρελόκ, παρμπρίζ), πιθανόν κάτι να σπρώχνει τον ομιλητή να εξακολουθεί να τονίζει πολλές ξένες λέξεις στη λήγουσα, ακόμη και σήμερα που η εισβολή είναι σχεδόν αποκλειστικά από την αγγλική γλώσσα.

* Σε αυτό το μπλογκ, η απόδοση στο Διεθνές Φωνητικό Αλφάβητο δεν είναι πάντοτε ακριβής γιατί δεν είμαι εξοικειωμένος με όλους τους ήχους, ούτε και με το ΔΦΑ. Η απόδοση ας θεωρείται σε όλες τις περιπτώσεις από τον αναγνώστη ...ενδεικτική.

7 Ιουλ 2010

Το "ας/να πούμε" ως γέμισμα

Σε όλες τις γλώσσες (προφανώς) υπάρχουν λέξεις ή φράσεις που χρησιμοποιούνται στον προφορικό λόγο όχι επειδή εξυπηρετούν οτιδήποτε επικοινωνιακά, αλλά για να δώσουν χρόνο στον ομιλητή ή ως έκφανση της νευρικότητάς του.

Η χρήση της φράσης ας πούμε είναι μια χαρά όταν σημαίνει ας θεωρήσουμε, ας υποθέσουμε, προτείνω, εισηγούμαι, για παράδειγμα ή κάτι παρόμοιο. Π.χ.

Μπορείς να έρθεις, ας πούμε, κατά τις δέκα και να φύγουμε μαζί. (εισήγηση)
Η Σενεγάλη, ας πούμε, είναι μια χώρα της δυτικής Αφρικής. (αν ο ομιλητής φέρει τη Σενεγάλη ως παράδειγμα)

Η χρήση του ας πούμε δεν είναι καθόλου μια χαρά, όμως, όταν δεν εξυπηρετεί τίποτα και αποτελεί απλά ένα κούφιο γέμισμα. Π.χ.

Πήγα και του ζήτησα ΧΧ-, ας πούμε,-ΧΧ να μιλήσει με τον πατέρα του. (αν είναι περιγραφή γεγονότος και η πράξη δεν φέρεται ως παράδειγμα, τότε το ας πούμε δεν έχει θέση)

Το να πούμε χρησιμοποιείται κατά κάποιον τρόπο ως επεξηγηματικό:
Θέλω ΧΧ,-να πούμε,-ΧΧ να της ζητήσω να βγούμε.

ή ως έκφραση θυμού ή άλλων συναισθημάτων:

Ζητάει και τα ρέστα, να πούμε!

Προσωπικά βρίσκω ότι το να πούμε, όταν μπαίνει χωρίς να χρειάζεται, υποδηλώνει κάπως κακή χρήση της γλώσσας, αλλά υποθέτω ότι δεν μπορεί να θεωρηθεί λάθος, αφού κάτι εκφράζει. Αντίθετα, το άσκοπο ας πούμε (σε αντίθεση με το εύλογο ας πούμε) είναι παντελώς αχρείαστο και πρέπει να αποφεύγεται.

6 Ιουλ 2010

Το σειριακό κόμμα

Ένα θέμα που σηκώνει αρκετή συζήτηση είναι το σειριακό κόμμα, δηλ. το κόμμα αμέσως μετά το προτελευταίο αντικείμενο σε μια λίστα. Π.χ.

Είδα τον Αντώνη, τη Βασιλική, τον Γιώργο, και τη Δήμητρα.

Στην πιο πάνω περίπτωση η συντριπτική πλειονότητα δεν θα έβαζε κόμμα μετά τη Γεωργία. Διαβάζοντάς την πρόταση, ο αναγνώστης αντιλαμβάνεται ότι γίνεται αναφορά σε τέσσερις ανεξάρτητες οντότητες (Α, Β, Γ, Δ).

Σκεφτείτε όμως τις δύο πιο κάτω προτάσεις:

Είδα τον Αντώνη και τη Βασιλική, τον Γιώργο και τη Δήμητρα.
Είδα τον Αντώνη και τη Βασιλική, τον Γιώργο, και τη Δήμητρα.

Στην πρώτη περίπτωση (χωρίς κόμμα μετά τον Γιώργο), ο αναγνώστης αντιλαμβάνεται, χωρίς να όμως να είναι σαφές, ότι γίνεται αναφορά σε δύο ζευγάρια (Α+Β, Γ+Δ).

Στη δεύτερη περίπτωση (με κόμμα μετά τον Γιώργο), ο αναγνώστης αντιλαμβάνεται ότι γίνεται αναφορά σε ένα ζευγάρι (Α+Β) και δύο ανεξάρτητα άτομα (Γ, Δ), και αυτό είναι σαφές.

Υπάρχουν κι άλλες περιπτώσεις που χρήζουν συζήτησης ή διευκρίνισης (π.χ. Είδα τον Αντώνη, τη Βασιλική και τον Γιώργο, και τη Δήμητρα ή Είδα τον Αντώνη, τη Βασιλική και τον Γιώργο και τη Δήμητρα).

Πιστεύω ότι το σειριακό κόμμα πρέπει να χρησιμοποιείται σε όλες τις περιπτώσεις όπου βοηθά στο να ξεδιαλύνει - μια έστω μικρή - ασάφεια, π.χ.

Ήρθανε διάφοροι στο πάρτι: ο Μάρκος, ο Δημήτρης και η Ελένη, η Αγγελική, ο Βασίλης, ο Μιχάλης και η Γεωργία, ο Θεόδωρος, και η Μυρτώ. (χρήση του σειριακού κόμματος, ώστε να αποφευχθεί η παρεξήγηση ότι ο Θεόδωρος και η Μυρτώ μπορεί να είναι ζευγάρι).

αλλά να μη χρησιμοποιείται όταν δεν υπάρχει καμιά αμφιβολία για το νόημα, π.χ.

Οι τέσσερις ευαγγγελιστές είναι ο Ματθαίος, ο Μάρκος, ο Λουκάς και ο Ιωάννης. (είναι ξεκάθαρο από την αρχή της πρότασης ότι θα γίνει αναφορά σε τέσσερα ανεξάρτητα άτομα).

5 Ιουλ 2010

Το τελικό ν στα δεν, μη(ν), σαν

Στην περίπτωση της λέξης μη(ν), η παρουσία ή όχι του ν καθορίζεται από τους ίδιους κανόνες που ισχύουν και για το θηλυκό άρθρο τη(ν): μπαίνει ν όταν η επόμενη λέξη αρχίζει από φωνήεν, κ, π, τ (περιλαμβανομένων των τσ και τζ), γκ, μπ, ντ, ξ, ψ. Π.χ.:

μην πετάξεις τίποτα (κακώς ο Διονύσης Σαββόπουλος παρέλειψε το ν στον τίτλο του δίσκου του)
μη διαλέξεις κάτι άλλο

Ο κανόνας αυτός, βέβαια, ισχύει στις περιπτώσεις όπου το μη(ν) χρησιμοποιείται ως προστακτικό (βλ. παραδείγματα πιο πάνω). Σε άλλες περιπτώσεις, το ν παραλείπεται, π.χ.:

αν μη τι άλλο
οι μη έχοντες
μη μπορώντας

Στο δεν η εφαρμογή του κανόνα που ισχύει και για το θηλυκό άρθρο τη(ν) θεωρείται αποδεκτή. Π.χ.:

δεν μπορώ
δε γίνεται


Προσωπικά, χρησιμοποιώ πάντοτε το ν στο δεν, όχι μόνο γιατί η απουσία του με ξενίζει, αλλά κι επειδή όταν παραλείπεται υπάρχει, σε κάποιες περιπτώσεις, ο κίνδυνος να μπερδέψει ο αναγνώστης το αρνητικό δεν με τον σύνδεσμο δε. Π.χ.:

Του είπα δε γίνεται να έρθει κι ο αδελφός του.


Η πιο πάνω πρόταση μπορεί να σημαίνει είτε "Του είπα [ότι] δε[ν] γίνεται να έρθει κι ο αδελφός του." είτε "Του είπα δε[, ότι] γίνεται να έρθει κι ο αδελφός του."

Στην περίπτωση του σαν, το ν γράφεται πάντοτε. Αν και σε κάποιες περιπτώσεις πολλοί δεν το προφέρουν, η παράλειψή του στον γραπτό λόγο ξενίζει, όπως στη φράση "τον χτύπησε σα ζώο".

4 Ιουλ 2010

Η προφορά των γκ, μπ, ντ

Τα δίψηφα γκ, μπ, ντ δεν προφέρονται πάντοτε με τον ίδιο τρόπο. Όταν είναι στην αρχή της λέξης προφέρονται αντίστοιχα /g/, /b/, /d/. Π.χ.:

γκρίζο /'grizo/
μπαίνω /'beno/
ντύνομαι /'dinome/

Όταν βρίσκονται μέσα στη λέξη (δηλ. όχι στην αρχή), προφέρονται αντίστοιχα /ŋg/, /mb/, /nd/. Π.χ.:

αγκαλιά /aŋga'ʎa/
αμπάρι /a'mbari/
αντίο /a'ndio/

Όλο και περισσότερο ακούμε τα γκ, μπ, ντ στη μέση της λέξης να προφέρονται /g/, /b/, /d/. Π.χ.:

αγκαλιά /aga'ʎa/
αμπάρι /a'bari/
αντίο /a'dio/

Παρόλο που η προφορά αυτή δείχνει να κερδίζει έδαφος σιγά σιγά, εντούτοις δεν έχει γίνει ακόμη η νόρμα και δεν μπορεί να θεωρείται σωστή.

Εξαίρεση στον κανόνα αποτελούν κάποιες ξένες λέξεις ή ονόματα όπου τα γκ, μπ, ντ αντιστοιχούν στα /ŋk/, /mp/, /nt/, π.χ. αμπέρ, κάμπινγκ.

(Για το δίψηφο γγ θα ακολουθήσει ξεχωριστό λήμμα.)

1 Ιουλ 2010

Τα "άκλιτα" επίθετα

Κάποια επίθετα όπου το αρσενικό καταλήγει σε άτονο -ων (ο επείγων, ο ενδιαφέρων, ο συμφέρων, κ.ά.) χρησιμοποιούνται πολύ συχνά ως να είναι παντελώς άκλιτα. Ο ομιλητής, παρασυρόμενος από την ηχητική ομοιότητα του αρσενικού με το ουδέτερο (ο επείγων - το επείγον) ισοπεδώνει τη λέξη και δεν την κλίνει με τίποτα, υιοθετώντας τον ουδέτερο τύπο του ρήματος για οτιδήποτε βρεθεί μπροστά του. Έτσι, ακούμε:

έχω μια ΧΧ-επείγον-ΧΧ δουλειά (αντί του ορθού μια επείγουσα δουλειά)
είδα μια ΧΧ-ενδιαφέρον-ΧΧ ταινία (αντί του ορθού μια ενδιαφέρουσα ταινία)

κ.ο.κ. Το επίθετο παραμένει άκλιτο και στις πτώσεις, π.χ.

του ΧΧ-επείγον-ΧΧ περιστατικού (αντί του ορθού του επείγοντος περιστατικού),

ενώ, το πλέον ταλαιπωρημένο απ' όλα αυτά, το επείγον, χρησιμοποιείται και ως επίρρημα:

φώναξέ τον και τον θέλω ΧΧ-επείγον-ΧΧ! (αντί του ορθού επειγόντως).

Για το τελευταίο, πιθανότατα ο ομιλητής παρασύρεται από φράσεις του τύπου τον θέλω για κάτι επείγον, όπου στη συντόμευση (απάλειψη της φράσης για κάτι) οι λέξεις που παραμένουν ...δεν προσαρμόζονται στα νέα δεδομένα.

Εξαίρεση από τον αντί-κανόνα αποτελούν τα επίθετα με κατάληξη -εύων, όπως πρωτεύων - πρωτεύουσα, προεδρεύων - προεδρεύουσα, κ.ο.κ. όπου το λάθος συναντάται πολύ πιο σπάνια.